Greek Meaning of detecting
ανίχνευση
Other Greek words related to ανίχνευση
- ανακαλύπτω
- εύρημα
- αποκτώντας
- μάθηση
- εντοπισμός
- διαπιστώνοντας
- υπισχνόμενος
- ανασκαφή
- Σκάβω
- εκβάθυνση (προς τα πάνω)
- εντοπίζω (έξω)
- ανακαλύπτοντας
- χτύπημα
- Κυνηγι ( καταδίωξη ή αναζήτηση)
- δρομολόγηση (εξερχόμενος)
- ψάχνω
- τρέχω προς τα κάτω
- αναγνώριση (επάνω)
- Παρακολούθηση (down)
- διακρίνοντας
- κατασκοπεύοντας
- αναζητά
- μυρίζω
- εκρίζωση
- φοβίζω
- αναζήτηση (για ή εκτός)
- αναζήτηση
- Θέαση
- διάστικτος
- ανατέλλωντας
Nearest Words of detecting
- detection => ανίχνευση
- detective => ντετέκτιβ
- detective agency => Γραφείο ιδιωτικών ερευνών
- detective novel => Αστυνομικό μυθιστόρημα
- detective story => Αστυνομική ιστορία
- detective work => ντετεκτιβική εργασία
- detector => ανιχνευτής
- detector bar => Μπάρα ανιχνευτή
- detenebrate => φωτίζω
- detent => εμπλοκή
Definitions and Meaning of detecting in English
detecting (n)
a police investigation to determine the perpetrator
detecting (p. pr. & vb. n.)
of Detect
FAQs About the word detecting
ανίχνευση
a police investigation to determine the perpetratorof Detect
ανακαλύπτω,εύρημα,αποκτώντας,μάθηση,εντοπισμός,διαπιστώνοντας,υπισχνόμενος,ανασκαφή,Σκάβω,εκβάθυνση (προς τα πάνω)
χαμένος,θέα,διερχόμενος,Χάνοντας,χάσιμο,απώλεια,Λανθασμένη ρύθμιση,Λάθος ρύθμιση
detectible => ανιχνεύσιμος, detecter => Ανιχνευτής, detected => ανιχνευμένο, detectable => Ανιχνεύσιμο, detect => εντοπισμός,