Greek Meaning of espying

κατασκοπεύοντας

Other Greek words related to κατασκοπεύοντας

Definitions and Meaning of espying in English

Webster

espying (p. pr. & vb. n.)

of Espy

FAQs About the word espying

κατασκοπεύοντας

of Espy

κοιτάζοντας,παρατηρώντας,παρατηρώντας,σχετικά,βλέποντας,διάστικτος,βλέποντας,αλίευση,διακρίνοντας,διακριτικός

αγνοώντας,αγνοώντας,χαμένος,παραμελώ,διερχόμενος,θέα,προσπέραση

espy => αντικρίζω, esprit de l'escalier => Esprit de l'escalier, esprit de corps => esprit de corps, esprit => πνεύμα, espringal => εσπρινγκάλ,