Greek Meaning of esprit
πνεύμα
Other Greek words related to πνεύμα
- δυναμική
- Ενέργεια
- αέριο
- χυμός
- ζωή
- πνεύμα
- ζωντάνια
- αναπήδηση
- Ζωηρότητα
- παύλα
- οδήγηση
- πρωτοβουλία
- τζίντζερ
- γούστο
- Ανδρεία
- ζωηρότητα
- Μόξι
- μυς
- όρεξη
- πάθος
- ζωηρότητα
- δύναμη
- γροθιά
- χυμός
- αντοχή
- άμυλο
- δύναμη
- ζωντάνια
- Ζωντάνια
- ξίδι
- ζωτικότητα
- Ζωηρότητα
- ζήλος
- βόμβος
- φερμουάρ
- ορμή
- φασόλια
- Κινούμενα σχέδια
- Ζήλος
- μυική μάζα
- Ζωντάνια
- Θέρμη
- φωτιά
- Φυσική κατάσταση
- πηγαίνω
- ανθεκτικότητα
- Υγεία
- υγεία
- βραχνάδα
- χαρά, ευθυμία
- κύριος
- μέταλλο
- Μέταλλο
- ίσως
- Δύναμη
- Ισχύς
- Κλικ
- υγεία
- ζωντάνια
- ζωηρότητα
- ορμή
- ανθεκτικότητα
- Πράσινο
- ζωντάνια
- ανδρισμός
- ευεξία
- ζωώδες ένστικτο
- ζωντάνια
- Ντομπροσύνη
- ζωντάνια
- Ζωντάνια
Nearest Words of esprit
Definitions and Meaning of esprit in English
esprit (n)
liveliness of mind or spirit
esprit (n.)
Spirit.
FAQs About the word esprit
πνεύμα
liveliness of mind or spiritSpirit.
δυναμική,Ενέργεια,αέριο,χυμός,ζωή,πνεύμα,ζωντάνια,αναπήδηση,Ζωηρότητα,παύλα
οκνηρία,οκνηρία,λήθαργος,απάθεια,νωθρότητα,απαλότητα,τρυφερότητα,νωθρότητα,αδυναμία,αποδυνάμωση
espringal => εσπρινγκάλ, espresso shop => Καφετέρια εσπρέσο, espresso maker => Εσπρεσιέρα, espresso => εσπρέσο, espressivo => εκφραστικό,