Greek Meaning of brio
Ζωηρότητα
Other Greek words related to Ζωηρότητα
- Ενέργεια
- ζωντάνια
- ζωντάνια
- αναπήδηση
- παύλα
- οδήγηση
- δυναμική
- πνεύμα
- αέριο
- πρωτοβουλία
- τζίντζερ
- γούστο
- Ανδρεία
- χυμός
- ζωή
- Μόξι
- μυς
- όρεξη
- ζωηρότητα
- δύναμη
- γροθιά
- χυμός
- πνεύμα
- αντοχή
- άμυλο
- δύναμη
- Ζωντάνια
- ξίδι
- ζωτικότητα
- Ζωηρότητα
- ζήλος
- βόμβος
- φερμουάρ
- ορμή
- φασόλια
- Κινούμενα σχέδια
- Ζήλος
- μυική μάζα
- Ζωντάνια
- Θέρμη
- φωτιά
- Φυσική κατάσταση
- πηγαίνω
- ανθεκτικότητα
- Υγεία
- υγεία
- βραχνάδα
- χαρά, ευθυμία
- ζωηρότητα
- κύριος
- μέταλλο
- Μέταλλο
- ίσως
- πάθος
- Δύναμη
- Ισχύς
- Κλικ
- υγεία
- ζωντάνια
- ζωηρότητα
- ορμή
- ανθεκτικότητα
- ζωντάνια
- ανδρισμός
- ευεξία
- ζωώδες ένστικτο
- ζωντάνια
- Ντομπροσύνη
- ζωντάνια
- Ζωντάνια
Nearest Words of brio
Definitions and Meaning of brio in English
brio (n)
quality of being active or spirited or alive and vigorous
FAQs About the word brio
Ζωηρότητα
quality of being active or spirited or alive and vigorous
Ενέργεια,ζωντάνια,ζωντάνια,αναπήδηση,παύλα,οδήγηση,δυναμική,πνεύμα,αέριο,πρωτοβουλία
Λιχουδιά,οκνηρία,οκνηρία,λήθαργος,απάθεια,νωθρότητα,απαλότητα,τρυφερότητα,νωθρότητα,αδυναμία
briny => αλμυρός, brinton => Μπρίντον, brinkmanship => τζόγος στο χείλος του γκρεμού, brink => χείλος, brinjaree => μπριντζάρι,