Greek Meaning of jauntiness

χαρά, ευθυμία

Other Greek words related to χαρά, ευθυμία

Definitions and Meaning of jauntiness in English

Wordnet

jauntiness (n)

stylishness as evidenced by a smart appearance

a breezy liveliness

Webster

jauntiness (n.)

The quality of being jaunty.

FAQs About the word jauntiness

χαρά, ευθυμία

stylishness as evidenced by a smart appearance, a breezy livelinessThe quality of being jaunty.

Κινούμενα σχέδια,φωτεινότητα,Ζωντάνια,άνωση,ευθυμία,υπερβολή,ζωηρότητα,ζωηρότητα,ελαστικότητα,ζωντάνια

Αναιμία,αδράνεια,οκνηρία,Λήθαργος,οκνηρία,λήθαργος,αψυχία,κούραση,απάθεια,ανία

jauntily => χαρούμενα, jaunted => ταξίδεψε, jaunt => εκδρομή, jaundiced => ίκτερος, jaundice of the newborn => Ικτεροσ νεογνού,