Greek Meaning of bringing up

ανατροφή

Other Greek words related to ανατροφή

Definitions and Meaning of bringing up in English

Wordnet

bringing up (n)

helping someone grow up to be an accepted member of the community

FAQs About the word bringing up

ανατροφή

helping someone grow up to be an accepted member of the community

αναπαραγωγή,καλλιέργεια,θρεπτικός,ανατροφή,φροντίδα (για),Καλλιεργώ,εκπαίδευση,σίτιση,λειτουργούν,θρεπτικός

προσβλητικός,αγνοώντας,Κακοποίηση,Κακομεταχείριση,κακομεταχείριση,κακοποιών,παραμελώ,βλαβερός,πονώντας,κακομεταχείριση

bringing close together => Πλησιάζοντας, bringing => φέρνοντας, bringer => φορέας, bring up => ανατρέφω, bring to bear => επισημαίνω,