FAQs About the word nourishing

θρεπτικός

of or providing nourishmentof Nourish, Promoting growth; nutritious,

διατροφικός,διατροφικός,διαιτητικός,θρεπτικό συστατικό,θρεπτικό,επωφελής,διαιτητικός,εμπλουτισμένο,οχυρωμένος,υγιής

παχυντικός,μη θρεπτικό,Μη θρεπτικός,ανθυγιεινό,ανθυγιεινός,ανθυγιεινό,ανθυγιεινός

nourisher => τροφοδότης, nourished => θρεμμένος, nourishable => θρεπτικό, nourish => θρέφω, nourice => βρεφοκόμος,