Greek Meaning of salutary
ευεργετικός
Other Greek words related to ευεργετικός
- επωφελής
- ευνοϊκή
- καλός
- χρήσιμος
- ευνοϊκός
- Ευεργετικός
- καλοήθης
- επιθυμητός
- φιλικός
- παρακαλώ
- Κερδοφόρος
- ικανοποιητικό
- ενδεδειγμένο
- βελτιωτικό
- Ευχάριστος
- ευεργετικός
- εποικοδομητικός
- επωφελής
- ικανοποιητικός
- υγιής
- υγιής
- Κερδοφόρος
- ελπιδοφόρος
- ευνοϊκός
- Αποδοτικός
- bermanfaat
- υγιής
- ευεργετικός
- υποστηρικτικός
- υγιεινός
Nearest Words of salutary
Definitions and Meaning of salutary in English
salutary (s)
tending to promote physical well-being; beneficial to health
salutary (a.)
Wholesome; healthful; promoting health; as, salutary exercise.
Promotive of, or contributing to, some beneficial purpose; beneficial; advantageous; as, a salutary design.
FAQs About the word salutary
ευεργετικός
tending to promote physical well-being; beneficial to healthWholesome; healthful; promoting health; as, salutary exercise., Promotive of, or contributing to, so
επωφελής,ευνοϊκή,καλός,χρήσιμος,ευνοϊκός,Ευεργετικός,καλοήθης,επιθυμητός,φιλικός,παρακαλώ
κακός,μειονεκτικός,επιβλαβές,επιζήμιος,δυσμενής,ανεπιθύμητος,άχρηστος,ασύμφορος,επιζήμιος,επιβλαβής
saluki => σαλουκί, salue => Χαιρετισμός, salubrity => υγιεινή, salubriousness => υγιεινή, salubrious => υγιής,