Greek Meaning of advancing

προελαύνοντας

Other Greek words related to προελαύνοντας

Definitions and Meaning of advancing in English

Wordnet

advancing (s)

moving forward

Webster

advancing (p. pr. & vb. n.)

of Advance

FAQs About the word advancing

προελαύνοντας

moving forwardof Advance

συνεχόμενος,κέρδος,λειτουργική,Επιπλέων,ζωντανός,λειτουργικός,πηγαίνω,τι συμβαίνει,διαδικασία,λειτουργική

συλληφθείς,τελείωσε,διακοπεί,σβησμένος,σταμάτησε,υποχωρούσα,παλινδρόμηση,οπισθοδρομικός

advancer => προλαβαίνω, advancement => πρόοδος, advanced research and development activity => Προχωρημένη ερευνητική και αναπτυξιακή δραστηριότητα, advanced => προηγμένος, advance death benefit => Προκαταβολή για θάνατο,