Greek Meaning of spunkiness

Ντομπροσύνη

Other Greek words related to Ντομπροσύνη

Definitions and Meaning of spunkiness in English

spunkiness

full of spunk

FAQs About the word spunkiness

Ντομπροσύνη

full of spunk

Κινούμενα σχέδια,Ζωντάνια,παύλα,δυναμική,πρωτοβουλία,τζίντζερ,γούστο,χαρά, ευθυμία,ζωηρότητα,ζωηρότητα

οκνηρία,οκνηρία,λήθαργος,απάθεια,νωθρότητα,απαλότητα,τρυφερότητα,αδυναμία,αποδυνάμωση,αδυναμία

spunkily => γενναία, spun => γνεμένο, spryness => επιδεξιότητα, spryly => ζωηρά, sprung (up) => ξεπήδησε (πάνω),