Greek Meaning of beholding
βλέποντας
Other Greek words related to βλέποντας
- εκτιμώντας
- κατανοητός
- αποκρυπτογράφηση
- αρπαγή
- γνώση
- αντιλαμβανόμενος
- αναγνωρίζοντας
- βλέποντας
- κατανόηση
- κατανόηση
- Αφομοίωση
- αλίευση
- Ενθουσιάζομαι για
- αναγνώριση
- αρκετός
- συλλαμβάνω
- αποκωδικοποίηση
- ανασκαφή
- διακριτικός
- αποκτώντας
- κατανοώ
- Διαισθητικό
- κατασκευή
- πραγματοποιώντας
- Καταχώρηση
- κατάσχεση
- ανίχνευση
- κυλιέμαι
- κλαδί
- απορροφητικός
- Συνηθίζω
- χώνεψη
- Μέτρηση βάθους
- διεισδυτικός
- αντιληπτικός
- τρύπημα
- έξυπνος
- παραλαμβάνω
Nearest Words of beholding
Definitions and Meaning of beholding in English
beholding (n)
perception by means of the eyes
beholding (p. pr. & vb. n.)
of Behold
beholding (a.)
Obliged; beholden.
beholding (n.)
The act of seeing; sight; also, that which is beheld.
FAQs About the word beholding
βλέποντας
perception by means of the eyesof Behold, Obliged; beholden., The act of seeing; sight; also, that which is beheld.
εκτιμώντας,κατανοητός,αποκρυπτογράφηση,αρπαγή,γνώση,αντιλαμβανόμενος,αναγνωρίζοντας,βλέποντας,κατανόηση,κατανόηση
χαμένος,παρερμηνεία,ερμηνεύω λανθασμένα,παρεξήγηση,μπερδεύω,παρεξήγηση,παρεξηγώντας,παρεξήγηση,παρερμηνεύω
beholder => θεατής, beholden => υπόχρεος, behold => ιδού, behn => αδερφή, behmenism => μπεχμενισμός,