Greek Meaning of cognizing

αναγνώριση

Other Greek words related to αναγνώριση

Definitions and Meaning of cognizing in English

cognizing

know, understand

FAQs About the word cognizing

αναγνώριση

know, understand

εκτιμώντας,κατανοητός,αποκρυπτογράφηση,αρπαγή,γνώση,αντιλαμβανόμενος,αναγνωρίζοντας,βλέποντας,κατανόηση,κατανόηση

χαμένος,παρερμηνεία,ερμηνεύω λανθασμένα,παρεξήγηση,μπερδεύω,παρεξήγηση,παρεξηγώντας,παρεξήγηση,παρερμηνεύω

cognized => αναγνωρισμένο, cognizances => γνώσεις, cognitions => γνώσεις, cognitional => γνωστικός, cogitations => σκέψεις,