Greek Meaning of digging out
ανασκαφή
Other Greek words related to ανασκαφή
- Σκάβω
- ανακαλύπτω
- εκβάθυνση (προς τα πάνω)
- εύρημα
- ανακαλύπτοντας
- αποκτώντας
- χτύπημα
- Κυνηγι ( καταδίωξη ή αναζήτηση)
- μάθηση
- εντοπισμός
- δρομολόγηση (εξερχόμενος)
- τρέχω προς τα κάτω
- αναγνώριση (επάνω)
- Παρακολούθηση (down)
- διαπιστώνοντας
- ανίχνευση
- υπισχνόμενος
- εντοπίζω (έξω)
- αναζητά
- μυρίζω
- εκρίζωση
- ψάχνω
- φοβίζω
- αναζήτηση (για ή εκτός)
- ανατέλλωντας
- διακρίνοντας
- κατασκοπεύοντας
- αναζήτηση
- Θέαση
- διάστικτος
Nearest Words of digging out
Definitions and Meaning of digging out in English
digging out
take off sense 1a, find, unearth, to make hollow by digging
FAQs About the word digging out
ανασκαφή
take off sense 1a, find, unearth, to make hollow by digging
Σκάβω,ανακαλύπτω,εκβάθυνση (προς τα πάνω),εύρημα,ανακαλύπτοντας,αποκτώντας,χτύπημα,Κυνηγι ( καταδίωξη ή αναζήτηση),μάθηση,εντοπισμός
χαμένος,θέα,διερχόμενος,Χάνοντας,Λανθασμένη ρύθμιση,χάσιμο,απώλεια,Λάθος ρύθμιση
digging in => σκάψιμο, digging (through) => (σκάψιμο) μέσα από, digging (into) => σκάψιμο (μέσα), digging (away) => σκάψιμο (μακριά), digests => χωνεύει,