Greek Meaning of scouting (up)

αναγνώριση (επάνω)

Other Greek words related to αναγνώριση (επάνω)

Definitions and Meaning of scouting (up) in English

scouting (up)

No definition found for this word.

FAQs About the word scouting (up)

αναγνώριση (επάνω)

ανασκαφή,Σκάβω,ανακαλύπτω,εκβάθυνση (προς τα πάνω),εντοπίζω (έξω),εύρημα,ανακαλύπτοντας,αποκτώντας,χτύπημα,Κυνηγι ( καταδίωξη ή αναζήτηση)

χαμένος,θέα,διερχόμενος,Χάνοντας,Λανθασμένη ρύθμιση,χάσιμο,απώλεια,Λάθος ρύθμιση

scouted (up) => ανιχνευμένος (πάνω), scout (up) => ανιχνευτής (πάνω), scourges => Μάστιγες, scour(s) => τρίβω, scoundrels => απατεώνας,