Greek Meaning of hitting (on or upon)

χτύπημα

Other Greek words related to χτύπημα

Definitions and Meaning of hitting (on or upon) in English

hitting (on or upon)

No definition found for this word.

FAQs About the word hitting (on or upon)

χτύπημα

ανασκαφή,Σκάβω,ανακαλύπτω,εκβάθυνση (προς τα πάνω),εύρημα,ανακαλύπτοντας,αποκτώντας,Κυνηγι ( καταδίωξη ή αναζήτηση),μάθηση,εντοπισμός

χαμένος,θέα,διερχόμενος,Χάνοντας,Λανθασμένη ρύθμιση,χάσιμο,απώλεια,Λάθος ρύθμιση

hits => επιτυχίες, hitchhiking => ώτοστοπ, hitchhiked => Έκανε οτοστόπ, hitches => εμπόδια, hitcher => ωτοστοπιστής,