Greek Meaning of routing (out)

δρομολόγηση (εξερχόμενος)

Other Greek words related to δρομολόγηση (εξερχόμενος)

Definitions and Meaning of routing (out) in English

routing (out)

No definition found for this word.

FAQs About the word routing (out)

δρομολόγηση (εξερχόμενος)

ανασκαφή,Σκάβω,ανακαλύπτω,εκβάθυνση (προς τα πάνω),εντοπίζω (έξω),εύρημα,ανακαλύπτοντας,αποκτώντας,χτύπημα,Κυνηγι ( καταδίωξη ή αναζήτηση)

χαμένος,θέα,διερχόμενος,Χάνοντας,Λανθασμένη ρύθμιση,χάσιμο,απώλεια,Λάθος ρύθμιση

routines => ρουτίνες, routeways => διαδρομές, routeway => Διαδρομή, routes => διαδρομές, routed (out) => δρομολογημένο (έξω),