Greek Meaning of scop
εμβέλεια
Other Greek words related to εμβέλεια
Nearest Words of scop
Definitions and Meaning of scop in English
scop
an Old English bard or poet
FAQs About the word scop
εμβέλεια
an Old English bard or poet
Ποιητής βραβευμένος με δάφνες,τροβαδούρος,επιγραμματιστής,Στιχουργός,ποιητής,ποιήτρια,ριμοδότης,ομοιοκαταληκτικό,σονετογράφος,Βάρδος
No antonyms found.
scooting => σκούτερ, scooted => οδήγησε μακριά, scoops => κουτάλες, scooping (out) => σκάβω (έξω), scooped (out) => σκαμμένο (έξω),