FAQs About the word scop

εμβέλεια

an Old English bard or poet

Ποιητής βραβευμένος με δάφνες,τροβαδούρος,επιγραμματιστής,Στιχουργός,ποιητής,ποιήτρια,ριμοδότης,ομοιοκαταληκτικό,σονετογράφος,Βάρδος

No antonyms found.

scooting => σκούτερ, scooted => οδήγησε μακριά, scoops => κουτάλες, scooping (out) => σκάβω (έξω), scooped (out) => σκαμμένο (έξω),