Greek Meaning of garden
κήπος
Other Greek words related to κήπος
- μη φυσιολογικός
- άτυπος
- υπέροχος
- ευγενής
- ιδιαίτερος
- υψηλός
- μοναδικός
- ασυνήθιστο
- εκκεντρικός
- Εξαιρετικός.
- εξαιρετικός
- γενναιόδωρος
- περίεργος
- φαινομενικό
- γραφικό
- σπάνιος
- αξιοσημείωτος
- ενικός
- περίεργο
- ασυνήθιστος
- Άγρια
- παράξενος/η
- περίεργος
- τέρας
- αστείο
- μονός
- μακριά από τον δρόμο
- εκκεντρικός
- εκκεντρικός
- ασυνήθιστος
- ασυνήθιστος
- περίεργος
Nearest Words of garden
- garden angelica => Αγγελική
- garden balm => Βάλσαμο κήπου
- garden cart => Καρροτσάκι κήπου
- garden centipede => Σαρανταποδαράς
- garden chair => Καρέκλα κήπου
- garden cress => κάρδαμο
- garden current => ρεύμα κήπου
- garden egg => Μπάμια
- garden forget-me-not => αγρωστίδα η μικρή
- garden heliotrope => γοργογυριστής
Definitions and Meaning of garden in English
garden (n)
a plot of ground where plants are cultivated
the flowers or vegetables or fruits or herbs that are cultivated in a garden
a yard or lawn adjoining a house
garden (v)
work in the garden
garden (s)
the usual or familiar type
garden (n.)
A piece of ground appropriated to the cultivation of herbs, fruits, flowers, or vegetables.
A rich, well-cultivated spot or tract of country.
garden (v. i.)
To lay out or cultivate a garden; to labor in a garden; to practice horticulture.
garden (v. t.)
To cultivate as a garden.
FAQs About the word garden
κήπος
a plot of ground where plants are cultivated, the flowers or vegetables or fruits or herbs that are cultivated in a garden, a yard or lawn adjoining a house, wo
αμφιθέατρο,αμφιθέατρο,θέατρο,αρένα,Αίθουσα χορού,Αίθουσα,κουκλόσπιτο,θέατρο,Θέατρο αρένας,θάλαμος
μη φυσιολογικός,άτυπος,υπέροχος,ευγενής,ιδιαίτερος,υψηλός,μοναδικός,ασυνήθιστο,εκκεντρικός,Εξαιρετικός.
garde civique => Πολιτοφυλακή, gardant => άγρυπνος, gard => Κήπος, garcon => σερβιτόρος, garcinia mangostana => Μανγκοστάν,