FAQs About the word queerish

παράξενο

Rather queer; somewhat singular.

άρρωστος, -η, -ο,άρρωστος,ναυτία,ναυτία,ενοχή,ναυτία,ναυτία,κουίρ,Άρρωστος,ευαίσθητος

υγιής,καλά,εγκαταστημένος

queer duck => Παράξενος, queer bird => Παράξενο πουλί, queer => κουίρ, queensland nut => Καρύδι του Κουίνσλαντ, queensland lungfish => Διπνοός του Κουίνσλαντ,