Greek Meaning of predictability
προβλεψιμότητα
Other Greek words related to προβλεψιμότητα
Nearest Words of predictability
Definitions and Meaning of predictability in English
predictability (n)
the quality of being predictable
FAQs About the word predictability
προβλεψιμότητα
the quality of being predictable
ανία,Ανία,επίπεδο,Ανέμπνευστος,μονοτονία,κοινοτοπία,ομοιότητα,ανία,ανοστιά,μονοτονία
πικαντίλα,καυστικότητα,μπαχαρικό,Τανγκ,Ζήλος,βόμβος,θερμότητα,δαγκάνοντας,,Πικάντικο
predict => προβλέπω, predicator => Κατηγόρημα, predicatively => Κατηγορηματικά, predicative => Κατηγορούμενο, predication => πρόβλεψη,