Greek Meaning of infrequent
σπάνιος
Other Greek words related to σπάνιος
Nearest Words of infrequent
Definitions and Meaning of infrequent in English
infrequent (a)
not frequent; not occurring regularly or at short intervals
infrequent (a.)
Seldom happening or occurring; rare; uncommon; unusual.
FAQs About the word infrequent
σπάνιος
not frequent; not occurring regularly or at short intervalsSeldom happening or occurring; rare; uncommon; unusual.
περιστασιακός,απομονωμένος,μονός,σπάνιος,ασυνήθιστος,ασυνήθιστο,διακοπτόμενος,ασταθής,Λίγοι και μακριά ο ένας από τον άλλον,διαλείπουσα
καθημερινός,συχνός,τακτικός,κοινός,συνηθισμένος
infrequency => αραιότητα, infrequence => σπανιότητα, infratrochlear => υπεροφρύιος, infraterritorial => υποεθνικός, infratemporal => υπερβιωμικός,