Greek Meaning of infringer
παραβάτης
Other Greek words related to παραβάτης
Nearest Words of infringer
Definitions and Meaning of infringer in English
infringer (n.)
One who infringes or violates; a violator.
FAQs About the word infringer
παραβάτης
One who infringes or violates; a violator.
Σπάω,παραβίαση,παραβιάζω,κάταγμα,προσβάλλω,προσπερνώ,παραβαίνω,φυσάω μακριά,αγνοώ,αψηφώ
συμμορφώνω (με),να συμμορφωθεί (με),ακολουθήστε,υπακούω,παρατηρώ,υποβάλλω (σε),υποχωρώ,αναβάλω (σε),ακούω,ακούω (κάποιον)
infringement of copyright => Παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων, infringement => παράβαση, infringed => παραβιασμένο, infringe => (παραβιάζω), infrigidation => ψύξη,