Greek Meaning of scattered
διασκορπισμένο
Other Greek words related to διασκορπισμένο
- Αρκετός
- τυχαίος
- αδέσποτο
- τυχαίο
- ασκόπως
- ανεπίσημος
- εξαρτώμενος
- αποσπασματικός
- ασταθής
- τυχαίος
- τυχαίος
- τυχερός
- μονός
- πρόχειρος
- ευκαιρία
- χωρίς κατεύθυνση
- ακατάστατη
- ανοργάνωτος
- τυχαίος
- τυχερός
- χαοτικά
- ακούσιος
- τυχαίο
- αδιάκριτος
- ακανόνιστος
- διάσπαρτος
- κουκκίδα
- απρόσεκτος
- Ακατεύθυντος
- αδιάκριτος
- ακούσιος
- ακούσιο
- απρογραμμάτιστος
- μη προμελετημένο
- μη συστηματικός
- όπως-όπως
- διατεταγμένος
- σταθερά
- συνεχής
- καθιερωμένος
- σταθερός
- μεθοδικός
- οργανωμένος
- οργανωμένος
- τακτικός
- σταθερός
- σταθερός
- συστηματικός
- ενήμερος
- συνειδητός
- ακόμα
- διαχειρίζεται
- μεθοδικός
- μη τυχαίο
- παραγγελθέντα
- προγραμματισμένη
- σετ
- συστηματοποιημένο
- εσκεμμένος
- ορχηστρωμένος
- σκόπιμος
- στοχαστικός
- εσκεμμένος
- εκούσιος
Nearest Words of scattered
Definitions and Meaning of scattered in English
scattered (s)
occurring or distributed over widely spaced and irregular intervals in time or space
lacking orderly continuity
scattered (imp. & p. p.)
of Scatter
scattered (a.)
Dispersed; dissipated; sprinkled, or loosely spread.
Irregular in position; having no regular order; as, scattered leaves.
FAQs About the word scattered
διασκορπισμένο
occurring or distributed over widely spaced and irregular intervals in time or space, lacking orderly continuityof Scatter, Dispersed; dissipated; sprinkled, or
Αρκετός,τυχαίος,αδέσποτο,τυχαίο,ασκόπως,ανεπίσημος,εξαρτώμενος,αποσπασματικός,ασταθής,τυχαίος
διατεταγμένος,σταθερά,συνεχής,καθιερωμένος,σταθερός,μεθοδικός,οργανωμένος,οργανωμένος,τακτικός,σταθερός
scatter-brained => αφηρημένος, scatterbrained => αφηρημένος, scatter-brain => αφηρημένος, scatterbrain => Αφηρημένος, scatter rug => Διασκορπισμένο χαλί,