Greek Meaning of systematic
συστηματικός
Other Greek words related to συστηματικός
Nearest Words of systematic
- systema skeletale => σκελετός
- systema respiratorium => Αναπνευστικό σύστημα
- systema nervosum periphericum => Περιφερικό νευρικό σύστημα
- systema nervosum centrale => Κεντρικό νευρικό σύστημα
- systema nervosum => νευρικό σύστημα
- systema lymphaticum => λεμφικό σύστημα
- systema digestorium => πεπτικό σύστημα
- systema alimentarium => Πεπτικό σύστημα
- system program => Συστημικό πρόγραμμα
- system of weights and measures => Σύστημα μέτρων και σταθμών
- systematic desensitisation => Συστηματική απευαισθητοποίηση
- systematic desensitization => Συστηματική απευαισθητοποίηση
- systematically => συστηματικά
- systematics => συστηματική
- systematisation => συστηματοποίηση
- systematise => συστηματοποιώ
- systematiser => συστηματιστής
- systematism => συστηματικότητα
- systematist => systematiskos
- systematization => Συστηματοποίηση
Definitions and Meaning of systematic in English
systematic (a)
characterized by order and planning
of or relating to taxonomy
FAQs About the word systematic
συστηματικός
characterized by order and planning, of or relating to taxonomy
μεθοδικός,μεθοδικός,οργανωμένος,τακτικός,δομημένος,συστηματοποιημένο,λεπτομερής,καθαρός,οργανωμένος,κανονικοποιημένο
ανοργάνωτος,τυχαίος,ακανόνιστος,μη συστηματικός,μη συστηματικός,χαοτικός,ακατάστατος,ακατάστατη,τυχαίος,Ανεμπόδιστες
systema skeletale => σκελετός, systema respiratorium => Αναπνευστικό σύστημα, systema nervosum periphericum => Περιφερικό νευρικό σύστημα, systema nervosum centrale => Κεντρικό νευρικό σύστημα, systema nervosum => νευρικό σύστημα,