Greek Meaning of structured
δομημένος
Other Greek words related to δομημένος
Nearest Words of structured
- structure => Δομή
- structurally => δομικά
- structuralism => δομισμός
- structural steel => Χάλυβας κατασκευής
- structural sociology => Διαρθρωτική κοινωνιολογία
- structural shape => Δομική μορφή
- structural member => δομικό στοιχείο
- structural linguistics => Διαρθρωτική γλωσσολογία
- structural iron => δομικός χάλυβας
- structural genomics => Δομική Γονιδιωματική
Definitions and Meaning of structured in English
structured (a)
having definite and highly organized structure
structured (s)
resembling a living organism in organization or development
FAQs About the word structured
δομημένος
having definite and highly organized structure, resembling a living organism in organization or development
λεπτομερής,Τυποποιημένο,Σωστό,μεθοδικός,παραγγελθέντα,οργανωμένος,κανονικοποιημένο,συγκεκριμένος,συστηματικός,ακριβής
χαοτικός,ακατάστατος,ασύντακτος,ακατάστατη,ανοργάνωτος,τυχαίος,ακανόνιστος,άτακτος,τυχαίος,μη συστηματικός
structure => Δομή, structurally => δομικά, structuralism => δομισμός, structural steel => Χάλυβας κατασκευής, structural sociology => Διαρθρωτική κοινωνιολογία,