Greek Meaning of stable
σταθερός
Other Greek words related to σταθερός
Nearest Words of stable
- stabilizing => σταθεροποιητικός
- stabilizer bar => Σταθεροποιητικός μοχλός
- stabilizer => σταθεροποιητής
- stabilized => σταθεροποιημένο
- stabilize => σταθεροποιώ
- stabilization => σταθεροποίηση
- stability => Ευστάθεια
- stabilising => σταθεροποίηση
- stabiliser => σταθεροποιητής
- stabilised => σταθεροποιημένος
Definitions and Meaning of stable in English
stable (n)
a farm building for housing horses or other livestock
stable (v)
shelter in a stable
stable (a)
resistant to change of position or condition
stable (s)
firm and dependable; subject to little fluctuation
not taking part readily in chemical change
maintaining equilibrium
showing little if any change
stable (a.)
So placed as to resist forces tending to cause motion; of such structure as to resist distortion or molecular or chemical disturbance; -- said of any body or substance.
FAQs About the word stable
σταθερός
a farm building for housing horses or other livestock, shelter in a stable, resistant to change of position or condition, firm and dependable; subject to little
δυνατός,γερός,αξιόπιστος,ανθεκτικός,γρήγορος,στερεός,αξιόπιστος,στερεός,ήχος,σταθερός
τρεμάμενος,προβληματικός,ασταθής,ασταθής,Αδύναμος,άρρωστος,Ανασφαλής,τρεμάμενος,ανισόρροπος,τρεμάμενος
stabilizing => σταθεροποιητικός, stabilizer bar => Σταθεροποιητικός μοχλός, stabilizer => σταθεροποιητής, stabilized => σταθεροποιημένο, stabilize => σταθεροποιώ,