Greek Meaning of stabling
στάβλος
Other Greek words related to στάβλος
- στρατωνισμός
- Επιβίβαση
- καμακιά
- κάμπινγκ
- αυτοκατευθυνόμενος
- στέγαση
- διαμονή
- στρατωνισμός
- δωμάτιο
- το κούρνιασμα
- προστασία
- απόρριψη
- καταφύγιο
- κατασκήνωση
- φιλόξενος
- απονέμοντας
- Διάνυκτερευση υπαιθρου
- θαλάμωση
- κατοικούντων
- κατασκήνωση
- κρύβεται
- που κρύβει
- Στέγη
- παραλαμβάνω
- υποστήριξη
- κλινοσκεπάσματα (κάτω)
- Βάζοντας
Nearest Words of stabling
- stableness => σταθερότητα
- stablemate => συναθλητής
- stableman => Ιπποκόμος
- stableboy => αλογοκόμος
- stable gear => Σταθερός εξοπλισμός
- stable factor => Σταθερός παράγοντας
- stable companion => Σταθερός σύντροφος
- stable => σταθερός
- stabilizing => σταθεροποιητικός
- stabilizer bar => Σταθεροποιητικός μοχλός
Definitions and Meaning of stabling in English
stabling (n)
accommodation for animals (especially for horses)
FAQs About the word stabling
στάβλος
accommodation for animals (especially for horses)
στρατωνισμός,Επιβίβαση,καμακιά,κάμπινγκ,αυτοκατευθυνόμενος,στέγαση,διαμονή,στρατωνισμός,δωμάτιο,το κούρνιασμα
εκτίναξη,έξωση
stableness => σταθερότητα, stablemate => συναθλητής, stableman => Ιπποκόμος, stableboy => αλογοκόμος, stable gear => Σταθερός εξοπλισμός,