Greek Meaning of barracking

υποστήριξη

Other Greek words related to υποστήριξη

Definitions and Meaning of barracking in English

Wordnet

barracking (n)

shouting to interrupt a speech with which you disagree

FAQs About the word barracking

υποστήριξη

shouting to interrupt a speech with which you disagree

δόλωμα,παρενόχληση,παρενόχληση,γιουχάρισμα,παρενόχληση,Ράγκινγκ,πειράγματα,νευρώσεις,ειρωνικός,πειράγματα

χειροκροτώντας,Εγκριτικός,επικύρωση,επιβάλλων κυρώσεις,αποθεώνοντας,επικυρώνοντας

barrack => Στρατόπεδο, barracan => Μπαράκ, barque => Μπάρκο, barpost => κατακόρυφη γραμμή, barouchet => σκεπαστή άμαξα,