Greek Meaning of commending
αποθεώνοντας
Other Greek words related to αποθεώνοντας
- εξουσιοδότηση
- Giving = Δίνοντας
- δίνοντας
- αναχώρηση
- Συστήνοντας
- μεταφορά
- ανάθεσης
- Εμπιστοσύνης
- παράδοση
- παραχώρηση
- αξιόπιστος
- δανεισμός
- περνώντας
- εγκατάλειψη
- αναπαυόμενος
- εκπέμπομενος
- εμπιστευτικός
- απόκτηση
- διαπράττοντας
- χορηγία
- αποστολή
- εμπιστευμένος
- υποβάλλει
- στροφή
- προελαύνοντας
- κληροδοτώντας
- Διανομή
- διασπείρω
- διανομή
- διαιρών
- Επίπλωση
- παράδοση
- δανεισμός
- Απελευθέρωση
- παρέχοντας
- πρόθυμος
- υποχωρητικός
- (ασχολία)
- παράδοση
- παράδοση
- επαναδιαπραγμάτευσης
- παράδοση
- στροφή
Nearest Words of commending
Definitions and Meaning of commending in English
commending
to entrust for care or preservation, to recommend as worthy of confidence or notice, to give into another's care, to mention with approbation, to speak of someone or something with approval
FAQs About the word commending
αποθεώνοντας
to entrust for care or preservation, to recommend as worthy of confidence or notice, to give into another's care, to mention with approbation, to speak of someo
εξουσιοδότηση,Giving = Δίνοντας,δίνοντας,αναχώρηση,Συστήνοντας,μεταφορά,ανάθεσης,Εμπιστοσύνης,παράδοση,παραχώρηση
κατοχή,φύλαξη,λήψη,Κράτηση,διατήρηση,Αποδεκτός,κράτηση,κατέχων,λήψη,παρακράτηση
commender => επαινετής, commended => επαινέθηκε, commendatory => επαινετικός, commendations => επαίνους, commencing => ξεκινώντας,