Greek Meaning of distributing

διανομή

Other Greek words related to διανομή

Definitions and Meaning of distributing in English

Webster

distributing (p. pr. & vb. n.)

of Distribute

Webster

distributing (a.)

That distributes; dealing out.

FAQs About the word distributing

διανομή

of Distribute, That distributes; dealing out.

ταξινόμηση,διακριτικός,ομαδοποίηση,τοποθέτηση,κατάταξη,υποβιβάζοντας,διαχωρίζοντας,ταξινόμηση,ταξινόμηση,κωδικοποίηση

συγκεχυμένος,αποδιοργανωτική,ανακάτεμα,συσσώρευση,συνωστισμός,(ανάμειξη),εσφαλμένη ταξινόμηση,τυπογραφικό λάθος,Λανθασμένη ταξινόμηση,εσφαλμένη ταξινόμηση

distributer => Διανομέας, distributed fire => Καταιονισμός, distributed data processing => Διανεμημένη επεξεργασία δεδομένων, distributed => διανεμημένος, distribute => διανέμω,