Greek Meaning of distributed
διανεμημένος
Other Greek words related to διανεμημένος
- ταξινομημένος
- εξαίρετος
- Διαβαθμισμένο
- ομαδοποιημένα
- τοποθετημένος
- ταξινομείται
- υποβιβασμένος
- διαχωρισμένος
- διάφορα
- κατηγοριοποιημένος
- ταξινομημένο
- κωδικοποιημένος
- καταμερισμένος
- χωρισμένος σε διαμερίσματα
- χωνεμένος
- διατεθειμένος
- κατατεθέν
- ταυτοποιήθηκε
- αναφερόμενος
- παραγγελθέντα
- οργανωμένος
- καρφωμένη
- μεγάλου βεληνεκούς
- αναγνωρισμένος
- αναφερόμενος
- ταξινομημένο
- καταλογισμένος
- πληκτρολογημένος
- αλφαβητικά
- παρατεταγμένοι
- καταλογισμένος
- ομαδοποιημένο
- ευρετηριασμένο
- οδήγησε
- οργανωμένο
- προβολής
- σετ
- σε αναμονή
- αλωνισμένος
- χαλασμένος
- συσσωματωμένος
- συγκολλημένο
- επιλεγμένο
- συνέταξε
- Στερεότυπο
- επανακατατάχθηκε
- ανασυντάχθηκαν
- κοσκινισμένο
- συστηματοποιημένο
Nearest Words of distributed
- distributed data processing => Διανεμημένη επεξεργασία δεδομένων
- distributed fire => Καταιονισμός
- distributer => Διανομέας
- distributing => διανομή
- distribution => διανομή
- distribution agreement => Συμφωνία διανομής
- distribution channel => κανάλι διανομής
- distribution cost => Κόστος διανομής
- distribution free statistic => Στατιστική ανεξάρτητη της κατανομής
- distribution law => Νόμος διανομής
Definitions and Meaning of distributed in English
distributed (a)
spread out or scattered about or divided up
distributed (imp. & p. p.)
of Distribute
FAQs About the word distributed
διανεμημένος
spread out or scattered about or divided upof Distribute
ταξινομημένος,εξαίρετος,Διαβαθμισμένο,ομαδοποιημένα,τοποθετημένος,ταξινομείται,υποβιβασμένος,διαχωρισμένος,διάφορα,κατηγοριοποιημένος
μπερδεμένος,αποδιοργανωμένος,μπλεγμένος,ομαδοποιημένος,Ομελέτα,μικτός,εσφαλμένα ταξινομημένος,εσφαλμένα ταξινομημένο,εσφαλμένα ταξινομημένο,ορθογραφικό λάθος
distribute => διανέμω, distributary => Διακλαδιωτός βραχίονας, distributable => διανεμήσιμος, distressingness => στενοχώρια, distressingly => οδυνηρά,