Greek Meaning of catalogued
καταλογισμένος
Other Greek words related to καταλογισμένος
Nearest Words of catalogued
- catalogue => κατάλογος
- catalogize => καταλογογράφηση
- cataloger => καταλογογράφος
- cataloged procedure => Καταλογισμένη διαδικασία
- catalog buying => Αγορά από κατάλογο
- catalog => κατάλογος
- catallactics => καταλλακτική
- catallacta => Καταλακτα
- catalina island => Νήσος Καταλίνα
- catalina cherry => Κεράσι Καταλίνα
Definitions and Meaning of catalogued in English
catalogued (imp. & p. p.)
of Catalogue
FAQs About the word catalogued
καταλογισμένος
of Catalogue
καταγεγραμμένο,καταχωρημένο,αναφερόμενος
Ακαταλογογράφηση,μη εισηγμένη,Μη καταχωρημένος,μη καταχωρημένος,Άγνωστος,αδιευκρίνιστο,άγραφος
catalogue => κατάλογος, catalogize => καταλογογράφηση, cataloger => καταλογογράφος, cataloged procedure => Καταλογισμένη διαδικασία, catalog buying => Αγορά από κατάλογο,