FAQs About the word catalogize

καταλογογράφηση

To insert in a catalogue; to register; to catalogue.

No synonyms found.

No antonyms found.

cataloger => καταλογογράφος, cataloged procedure => Καταλογισμένη διαδικασία, catalog buying => Αγορά από κατάλογο, catalog => κατάλογος, catallactics => καταλλακτική,