Greek Meaning of codified
κωδικοποιημένος
Other Greek words related to κωδικοποιημένος
- κατηγοριοποιημένος
- ταξινομημένος
- εξαίρετος
- διανεμημένος
- ομαδοποιημένα
- ταξινομείται
- υποβιβασμένος
- διάφορα
- ταξινομημένο
- καταμερισμένος
- χωρισμένος σε διαμερίσματα
- χωνεμένος
- κατατεθέν
- Διαβαθμισμένο
- ταυτοποιήθηκε
- αναφερόμενος
- οργανωμένος
- καρφωμένη
- τοποθετημένος
- μεγάλου βεληνεκούς
- αναγνωρισμένος
- αναφερόμενος
- διαχωρισμένος
- ταξινομημένο
- καταλογισμένος
- συστηματοποιημένο
- πληκτρολογημένος
- αλφαβητικά
- παρατεταγμένοι
- καταλογισμένος
- ομαδοποιημένο
- διατεθειμένος
- ευρετηριασμένο
- οδήγησε
- οργανωμένο
- παραγγελθέντα
- προβολής
- σετ
- σε αναμονή
- αλωνισμένος
- χαλασμένος
- συσσωματωμένος
- επιλεγμένο
- συνέταξε
- Στερεότυπο
- επανακατατάχθηκε
- ανασυντάχθηκαν
- κοσκινισμένο
Nearest Words of codified
Definitions and Meaning of codified in English
codified (s)
enacted by a legislative body
codified (imp. & p. p.)
of Codify
FAQs About the word codified
κωδικοποιημένος
enacted by a legislative bodyof Codify
κατηγοριοποιημένος,ταξινομημένος,εξαίρετος,διανεμημένος,ομαδοποιημένα,ταξινομείται,υποβιβασμένος,διάφορα,ταξινομημένο,καταμερισμένος
μπερδεμένος,αποδιοργανωμένος,μπλεγμένος,ομαδοποιημένος,Ομελέτα,μικτός,εσφαλμένα ταξινομημένος,ορθογραφικό λάθος,εσφαλμένα ταξινομημένο,εσφαλμένα ταξινομημένο
codification => κωδικοποίηση, codicillary => κωδικικός, codicil => Κωδικέλλος, codices => Κώδικες, codical => κωδικοποιημένος,