Greek Meaning of handing

δίνοντας

Other Greek words related to δίνοντας

Definitions and Meaning of handing in English

Webster

handing (p. pr. & vb. n.)

of Hand

FAQs About the word handing

δίνοντας

of Hand

Giving = Δίνοντας,παρέχοντας,παρέχοντας,παράδοση,διανομή,σίτιση,Επίπλωση,διαχείριση,εκχώρηση,κατανομή

συγκράτηση (στην αρχή),συγκρατώ,διατήρηση,συντηρώντας,διατηρητέο,Κράτηση,αποταμίευση,παρακράτηση,διατήρησης,Τήρηση

handiness => ευχρηστία, handily => εύκολα, handies peak => Η κορυφή Handies, handi-craftsman => τεχνίτης, handicraft => Χειροτεχνία,