Greek Meaning of travestying
διαστρέβλωση
Other Greek words related to διαστρέβλωση
- κάνει
- Μιμούμενος (masc. sing.)
- χλευαστικός
- παρωδώντας
- αποστολή
- γελοιοποίηση
- σατιρίζοντας
- μιμητικός
- μιμούμενος
- αποδίδει
- παίζοντας
- κοροϊδευτικό
- προσομοίωση
- αναπαραγωγή
- πλαστοπροσωπία
- Υποκριτική
- ενίσχυση
- μίμηση
- ειρωνικό
- προσποιούμενος
- αντιγραφή
- εκτεταμένος
- στολισμός
- κέντημα
- ενισχυτικό
- υπερβάλλοντας
- επεκτεινόμενος
- προσποιούμενος
- Τζιμπάρισμα
- Προσποιούμαι ότι είμαι κάποιος
- τζιμπάρισμα
- ειρωνικός
- μεγεθυντικός
- Υπερανάληψη
- υπερβολή
- γέμιση
- υποδυόμενος
- προσποίηση
- σκωπτικό
- εξαπάτηση
- stretching
- αντιγραφή
- πλαστογραφία
- διεύρυνση (στο ή πάνω)
- πλαστός
- σάρκωση
- μίμος
- πιθηκισμοί
- παντομίμα
- επανάληψη
- πασκιλάδα
- προσποιούνται
- φορώντας
- πολλαπλασιασμός
Nearest Words of travestying
Definitions and Meaning of travestying in English
travestying
an inferior imitation or likeness, a burlesque translation or literary or artistic imitation usually grotesquely incongruous in style, treatment, or subject matter, a debased, distorted, or grossly inferior imitation, an imitation that makes crude fun of something, to make a travesty of
FAQs About the word travestying
διαστρέβλωση
an inferior imitation or likeness, a burlesque translation or literary or artistic imitation usually grotesquely incongruous in style, treatment, or subject mat
κάνει,Μιμούμενος (masc. sing.),χλευαστικός,παρωδώντας,αποστολή,γελοιοποίηση,σατιρίζοντας,μιμητικός,μιμούμενος,αποδίδει
No antonyms found.
travels => ταξίδια, travellers => ταξιδιώτες, traveling case => βαλίτσα, travelers => ταξιδιώτες, travel(s) => ταξίδια,