Greek Meaning of performing
αποδίδει
Other Greek words related to αποδίδει
- σερβίρισμα
- υποχωρητικός
- παραγωγική
- πολυσύχναστος
- απασχολημένος
- δυναμικός
- εργοδοτήσιμος
- λειτουργικός
- βόμβος
- λειτουργικός
- λειτουργική
- παραγωγικός
- χρηστικό
- χρηστικό
- χρήσιμος
- βιώσιμος
- εφικτό
- ενεργός
- ενθουσιασμένος
- αποτελεσματικός
- πρόσφορο
- ακμάζων
- Λειτουργικός
- πηγαίνω
- σε
- ζωντανά
- ζωντανό
- επιχειρησιακό
- λειτουργικός
- βρυχιό
- τρέξιμο
- ακμάζων
- λειτουργική
- σπασμένο
- νεκρός
- αδρανής
- αναποτελεσματικός
- ανενεργός
- μη λειτουργικός
- άχρηστος
- Μη λειτουργικό
- μη χειρουργικός
- συλληφθείς
- αδρανής
- αναποτελεσματικός
- αδρανής
- ανεγχείρητος
- καπούτ
- εκτός λειτουργίας
- Άχρηστο
- απενεργοποιημένο
- απόσυρση
- καππούτ
- Μη ενεργοποιημένο
- μη λειτουργικός
- κοιμισμένος
- αδρανής
- χέρσος
- λανθάνων
- άψυχο
- μη παραγωγικός
- αδρανής
- νυσταγμένος
- μη παραγωγικός
- ανέφικτος
- Στασιμα
Nearest Words of performing
Definitions and Meaning of performing in English
performing (n)
the performance of a part or role in a drama
performing (p. pr. & vb. n.)
of Perform
FAQs About the word performing
αποδίδει
the performance of a part or role in a dramaof Perform
σερβίρισμα,υποχωρητικός,παραγωγική,πολυσύχναστος,απασχολημένος,δυναμικός ,εργοδοτήσιμος,λειτουργικός,βόμβος,λειτουργικός
σπασμένο,νεκρός,αδρανής,αναποτελεσματικός,ανενεργός,μη λειτουργικός,άχρηστος,Μη λειτουργικό,μη χειρουργικός,συλληφθείς
performer => καλλιτέχνης, performed => εκτέλεσε, performance capability => ικανότητα απόδοσης, performance bond => Εγγύηση Εκτέλεσης, performance => απόδοση,