Greek Meaning of nonoperating
μη λειτουργικός
Other Greek words related to μη λειτουργικός
Nearest Words of nonoperating
Definitions and Meaning of nonoperating in English
nonoperating
not functional or operational, not operating, arising from the minor operations of a business auxiliary, supplementary
FAQs About the word nonoperating
μη λειτουργικός
not functional or operational, not operating, arising from the minor operations of a business auxiliary, supplementary
σπασμένο,κάτω,ανεγχείρητος,ανενεργός,Δυσλειτουργικό,μη λειτουργικός,Μη λειτουργικό,εκτός λειτουργίας,καππούτ,απενεργοποιημένος
Λειτουργικός,λειτουργικός,λειτουργική,επιχειρησιακό,λειτουργικός,αποτελεσματικός,λειτουργικός,ενεργός,παραγωγικός,χρήσιμος
nonofficial => ανεπίσημος, nonobvious => Μη προφανές, nonobscene => μη άσεμνος, nonobjectivity => αντικειμενικότητα, no-no => όχι-όχι,