Greek Meaning of nonoperative
μη χειρουργικός
Other Greek words related to μη χειρουργικός
- σπασμένο
- αδρανής
- αναποτελεσματικός
- αναποτελεσματικός
- ανενεργός
- μη λειτουργικός
- εκτός λειτουργίας
- Μη ενεργοποιημένο
- Μη λειτουργικό
- μη λειτουργικός
- νεκρός
- ανεγχείρητος
- καπούτ
- λανθάνων
- αδρανής
- Άχρηστο
- ανέφικτος
- άχρηστος
- απενεργοποιημένο
- απόσυρση
- καππούτ
- συλληφθείς
- κοιμισμένος
- αδρανής
- χέρσος
- αδρανής
- αδρανής
- άψυχο
- μη παραγωγικός
- νυσταγμένος
- μη παραγωγικός
Nearest Words of nonoperative
Definitions and Meaning of nonoperative in English
nonoperative
not involving surgery or consisting of an operation, not involving an operation
FAQs About the word nonoperative
μη χειρουργικός
not involving surgery or consisting of an operation, not involving an operation
σπασμένο,αδρανής,αναποτελεσματικός,αναποτελεσματικός,ανενεργός,μη λειτουργικός,εκτός λειτουργίας,Μη ενεργοποιημένο,Μη λειτουργικό,μη λειτουργικός
ενεργός,αποτελεσματικός,Λειτουργικός,λειτουργικός,σε,λειτουργική,επιχειρησιακό,λειτουργικός,ζωντανός,πηγαίνω
nonoperating => μη λειτουργικός, nonofficial => ανεπίσημος, nonobvious => Μη προφανές, nonobscene => μη άσεμνος, nonobjectivity => αντικειμενικότητα,