Greek Meaning of decommissioned

απόσυρση

Other Greek words related to απόσυρση

Definitions and Meaning of decommissioned in English

decommissioned

to remove (something, such as a ship or a nuclear power plant) from service, to remove (as a ship) from use or service

FAQs About the word decommissioned

απόσυρση

to remove (something, such as a ship or a nuclear power plant) from service, to remove (as a ship) from use or service

σπασμένο,αδρανής,ανενεργός,μη λειτουργικός,εκτός λειτουργίας,άχρηστος,απενεργοποιημένο,Μη λειτουργικό,συλληφθείς,νεκρός

ενεργός,ζωντανός,Λειτουργικός,λειτουργικός,σε,ζωντανά,λειτουργική,επιχειρησιακό,λειτουργικός,λειτουργική

decolorizing => αποχρωματισμός, decolorizes => αποχρωματίζει, decolorized => αποχρωματισμένο, decoded => αποκωδικοποιημένο, declining (in) => μειούμενος (σε),