Greek Meaning of decolorizing
αποχρωματισμός
Other Greek words related to αποχρωματισμός
- μαύρισμα
- σκοτείνιασμα
- εμβάθυνση
- σκίαση
- κυμάτωση
- Χρωματισμός
- κηλίδωση
- άλειμμα
- αποχρωματισμός
- βαφή
- κηλίδες
- μαρμάρωμα
- στίξη
- Ζωγραφική
- Σχέδιο
- στίλβωση
- λαμπερός
- διάστικτος
- Χρώση
- Γραμμωτός
- θάμπωμα
- απόχρωση
- χρώση
- ποικιλοχρωμία
- Κηλίδες
- Καφέτισμα
- Χρωστικός
- κηλιδωτός
- Φακίδες
- ραβδώσεις
- χρώση
- γυάλισμα
- χρώση
- πολυχρωμία
- λεκές
- ραβδωτός
Nearest Words of decolorizing
- decommissioned => απόσυρση
- decompositions => αποσυνθέσεις
- decompressed => αποσυμπιεσμένο
- decompressions => αποσυμπιέσεις
- deconcentrated => αποκεντρωμένος
- deconcentrating => αποσυντονιστικός
- decondition => αποπροϋπόθεση
- deconditioning => αποκατάσταση της κατάστασης
- deconsecrating => βεβήλωση
- deconstructed => αποδομημένος
Definitions and Meaning of decolorizing in English
decolorizing
to remove color from
FAQs About the word decolorizing
αποχρωματισμός
to remove color from
λεύκανση,ξεθώριασμα,ζεμάτισμα,φωτεινό,βαρετός,Λεύκανση,ζεμάτισμα,μείωση φωτεινότητας,γλάσο,αστραπή
μαύρισμα,σκοτείνιασμα,εμβάθυνση,σκίαση,κυμάτωση,Χρωματισμός,κηλίδωση,άλειμμα,αποχρωματισμός,βαφή
decolorizes => αποχρωματίζει, decolorized => αποχρωματισμένο, decoded => αποκωδικοποιημένο, declining (in) => μειούμενος (σε), declines => μειώνεται,