Greek Meaning of deepening
εμβάθυνση
Other Greek words related to εμβάθυνση
- ενισχυτικό
- Ύψος
- εντατικοποίηση
- ενδυνάμωση
- τονίζοντας
- ενίσχυση
- ενίσχυση
- διεύρυνση
- επεκτεινόμενος
- ακονίζω
- ενοποίηση
- ενισχύοντας
- Επιταχυνόμενος
- επιδεινούμενος
- αυξανόμενος
- τονίζοντας
- επιβολή
- διευρύνων
- αναζωογονητικός
- επιδεινούμενο
- εκτίνω
- άρον άρον
- επιμήκυνση
- μεγεθυντικός
- μεγιστοποίηση
- επιτάχυνση
- ενθουσιασμός
- ενισχύοντας
- δείχνοντας (πάνω)
- διπλασιασμός
- ενισχυτικός
- Ενίσχυση
- αύξηση
- τονίζω
- συμπληρώνοντας
Nearest Words of deepening
- deepened => deepened
- deepen => εμβαθύνω
- deep-dye => Βαθιά βαφή
- deep-dish pie => Πίτσα σε βαθιά πιατέλα
- deep-chested => βαθύστερνος
- deep water => Βαθιά νερά
- deep temporal vein => κρόταφος της βαθιάς φλέβας
- deep supporting fire => Βαθιά υποστηρικτικά πυρά
- deep space => Διάστημα
- deep south => βαθύς νότος
Definitions and Meaning of deepening in English
deepening (n)
a process of becoming deeper and more profound
deepening (s)
accumulating and becoming more intense
deepening (p. pr. & vb. n.)
of Deepen
FAQs About the word deepening
εμβάθυνση
a process of becoming deeper and more profound, accumulating and becoming more intenseof Deepen
ενισχυτικό,Ύψος,εντατικοποίηση,ενδυνάμωση,τονίζοντας,ενίσχυση,ενίσχυση,διεύρυνση,επεκτεινόμενος,ακονίζω
μειούμενου,φθίνων,φθίνων,μείωση,μετριαστικός,μειώνοντας,εξασθένιση,φθίνουσα,χαλάρωση,υποχωρούσα
deepened => deepened, deepen => εμβαθύνω, deep-dye => Βαθιά βαφή, deep-dish pie => Πίτσα σε βαθιά πιατέλα, deep-chested => βαθύστερνος,