Greek Meaning of exacerbating
επιδεινούμενο
Other Greek words related to επιδεινούμενο
Nearest Words of exacerbating
Definitions and Meaning of exacerbating in English
exacerbating (s)
making worse
FAQs About the word exacerbating
επιδεινούμενο
making worse
περίπλοκο,εμβάθυνση,Επιδεινώνοντας,επιδεινούμενος,εντατικοποίηση,ενίσχυση,μεγεθυντικός
χαλάρωση,βοηθητικός,Βελτιούμενος,μετριαστικό,ανακούφιση,κατευναστικός,βελτιωτικό,καταπραϋντικό,βελτίωση
exacerbate => επιδεινώνω, exabyte => Εξαμπάιτ, exabit => εξετάμπιτ, ex vivo => εκτός σώματος, ex tempore => αυτοσχεδία,