Greek Meaning of discoloring

αποχρωματισμός

Other Greek words related to αποχρωματισμός

Definitions and Meaning of discoloring in English

Webster

discoloring (p. pr. & vb. n.)

of Discolor

FAQs About the word discoloring

αποχρωματισμός

of Discolor

δυσφήμηση,μαύρισμα,θόλωση,θόλωμα,σκοτείνιασμα,λερώνοντας,φθορά,μολυσματικό,συκοφαντία,μόλυνση

καθαρισμός,καθαριστικός,ανυψωτικός,δοξασμός,μεγεθυντικός,ανυψωτικός,αξιοπρεπές,ένδοξος,εγκιβωτίζοντας,αγιασμός

discolored => αποχρωματισμένο, discoloration => αποχρωματισμός, discolorate => αποχρωματίζω., discolor => αποχρωματίζω, discolith => Δισκόλιθος,