Greek Meaning of distorting
παραμορφωτικό
Other Greek words related to παραμορφωτικό
- παραπλανητικός
- κάμψη
- Λογοκρισία
- Χρωματισμός
- περίπλοκο
- μαγείρεμα
- κατασκευάζοντας
- τροποποίηση
- παραποίηση
- ερμηνεύω λανθασμένα
- εσφαλμένη δήλωση
- σκοτεινός
- εκτροπή
- πλάγιος
- Στρέβλωση
- παραμόρφωση
- διαψεύδοντας
- λογοκρισία
- καμουφλάζ
- ενοχλητικός
- συγκεχυμένος
- μεταμφιέζοντας
- προσποιούμενος
- Αμφίβολος
- λέω ψέματα
- εξωραϊσμός (σε)
- ψέμα
- Mάσκα
- Λανθασμένη περιγραφή
- Λανθασμένη συσχέτιση
- γκάφα
- μπερδεύω
- Λανθασμένη μετάφραση
- (ανάμειξη)
- μυστηριώδης
- ομιχλώδης
- αμφιλεγόμενος
- πέπλο
- ασπρισμα
Nearest Words of distorting
Definitions and Meaning of distorting in English
distorting (p. pr. & vb. n.)
of Distort
FAQs About the word distorting
παραμορφωτικό
of Distort
παραπλανητικός,κάμψη,Λογοκρισία,Χρωματισμός,περίπλοκο,μαγείρεμα,κατασκευάζοντας,τροποποίηση,παραποίηση,ερμηνεύω λανθασμένα
clarifying,εξηγώντας,φωτιστικός,εικονογραφική,ερμηνεία,διακαθάριση,ορθογραφία,αποκρυπτογράφηση
distorter => παρεμβολέας, distorted shape => Παραμορφωμένο σχήμα, distorted => Διαστρεβλωμένο, distortable => παραμορφώσιμο, distort => [παραμορφωμένο],