Greek Meaning of belying
διαψεύδοντας
Other Greek words related to διαψεύδοντας
Nearest Words of belying
Definitions and Meaning of belying in English
belying (p. pr. & vb. n.)
of Belie
FAQs About the word belying
διαψεύδοντας
of Belie
απόκρυψη,παραπλανητικός,σκοτεινός,αντιφατικός,μεταμφιέζοντας,παραμορφωτικό,κρύβοντας,Mάσκα,Παραπλανητικό,καμουφλάζ
προδοτικός,εκπροσώπηση,αποκαλυπτικός,επιδεικνύοντας,Αποκάλυψη,ανακαλύπτω,αποδεικτική,εκθέτοντας,εκθέτω,εκθέτοντας
belvedere => Παρατηρητήριο, beluting => Beluting, beluted => πωληθεί, belute => χέλι, beluga caviar => Χαβιάρι Μπελούγκα,