Greek Meaning of spelling out
ορθογραφία
Other Greek words related to ορθογραφία
- clarifying
- διακαθάριση
- επιδεικνύοντας
- εξηγώντας
- διαβιβάζω
- εικονογραφική
- Ανάλυση
- Ερμηνεία
- διευκρινιστικός
- Επεξηγώντας
- επεξεργάζεται
- φωτιστικός
- ερμηνεία
- απλούστευση
- λύνοντας γρίφο
- αναλύοντας
- αποκρυπτογράφηση
- αποκωδικοποίηση
- οριστικός
- απομυθοποίηση
- ξεμπέρδεμα
- επίλυση
- επίλυση
- καθορισμός
- ακύρωση
- ξετύλιγμα
- ξεμπέρδεμα
Nearest Words of spelling out
Definitions and Meaning of spelling out in English
spelling out
to make very plain, to make plain, to write or print in letters and in full
FAQs About the word spelling out
ορθογραφία
to make very plain, to make plain, to write or print in letters and in full
clarifying,διακαθάριση,επιδεικνύοντας,εξηγώντας,διαβιβάζω,εικονογραφική,Ανάλυση,Ερμηνεία,διευκρινιστικός,Επεξηγώντας
σκοτεινός,σύγχυση,θόλωμα,ενοχλητικός,συγκεχυμένος,αποπροσανατολιστικός
spelled out => γραμμένο με γράμματα, spelled => spelled, speedster => Ταχύτατο αμάξι, speeds (up) => Ταχύτητες (πάνω), speeds => ταχύτητες,