Greek Meaning of specifying
καθορισμός
Other Greek words related to καθορισμός
- οριστικός
- συνταγογράφηση
- διάταξη
- ανάθεσης
- υπαγόρευση
- σκηνοθεσία
- λέγοντας
- προσφορά
- επιλέγω
- εξαναγκασμός
- επιτακτικός
- πειστικός
- αγωγός
- περιοριστική
- Ελεγχόμενος
- διατάσσων
- Επιβάλλοντας
- επιδιόρθωση
- Επιβολή
- Κυβερνών
- διδάσκοντας
- ξαπλωμένος
- κορυφαία
- διαχείριση
- χειροτονία
- απαιτητικό
- επιλογή
- ρύθμιση
- κατακάθιση
Nearest Words of specifying
- specifies => καθορίζει
- specifics => λεπτομέρειες
- specification(s) => Προσδιορισμός (-μοί)
- specific(s) => συγκεκριμένος(-η/-ο/-οι)
- specialties => σπεσιαλιτέ
- special-needs => Ειδικές ανάγκες
- specialities => σπεσιαλιτέ
- specialists => Ειδικευμένοι
- specialisms => ειδικότητες
- special handling => ειδικός χειρισμός
Definitions and Meaning of specifying in English
specifying
to name or mention exactly and clearly, to name or state explicitly or in detail, to include in a specification, to include as an item in a specification
FAQs About the word specifying
καθορισμός
to name or mention exactly and clearly, to name or state explicitly or in detail, to include in a specification, to include as an item in a specification
οριστικός,συνταγογράφηση,διάταξη,ανάθεσης,υπαγόρευση,σκηνοθεσία,λέγοντας,προσφορά,επιλέγω,εξαναγκασμός
αγνοώντας,λήθη,αγνοώντας,παραμελώ,θέα,διερχόμενος,υποτιμητικό,προσπέραση
specifies => καθορίζει, specifics => λεπτομέρειες, specification(s) => Προσδιορισμός (-μοί), specific(s) => συγκεκριμένος(-η/-ο/-οι), specialties => σπεσιαλιτέ,