Greek Meaning of ordaining

χειροτονία

Other Greek words related to χειροτονία

Definitions and Meaning of ordaining in English

Webster

ordaining (p. pr. & vb. n.)

of Ordain

FAQs About the word ordaining

χειροτονία

of Ordain

προορίζοντας,καταδικασμένος,καταδικαστικός,μοιραίος,προκατάληψη,προκαθορισμός,προορίζοντας,προκαθόριση,πρόβλεψη,προκαθορίζοντας

ακύρωση,ακύρωση,ανακλήσεις,αντιδιαταγή

ordainer => χειροτονών, ordained => χειροτονημένος, ordainable => Χειροτονητός, ordain => χειροτονείν, ord kangaroo rat => Κίτρινος κυναγερός κάγκουρου,