Greek Meaning of divining

μαντεύω

Other Greek words related to μαντεύω

Definitions and Meaning of divining in English

Webster

divining (p. pr. & vb. n.)

of Divine

Webster

divining (a.)

That divines; for divining.

FAQs About the word divining

μαντεύω

of Divine, That divines; for divining.

πρόβλεψη,πρόγνωση,μαντεία,θαυμαστός,μαντεία,θαυμαστός,προβλέποντας,πρόβλεψη,προγνωστικός,προφητεύοντας

συνηθισμένος,κάθε μέρα,φυσιολογικός,συνηθισμένος,πεζός,ρουτίνα,συνήθης,συνηθισμένο,μέτριος,ασήμαντος

divinify => λατρεύω , diving suit => Στολή κατάδυσης, diving petrel => Θαλασσοπούλι της Ανταρκτικής, diving event => εκδήλωση καταδύσεων, diving duck => παπί υδρόβιο,